Περιγραφή
Το βιβλίο διατίθεται από τηο Κοινοτικό Συμβούλιο Αβδελλερού.
Απόσπασμα από το βιβλίο
Γεγονότα που συγκλόνισαν την κοινότητα
Επιδημία της αρρώστιας τύφος
Ήταν τα χρόνια πριν από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και για την ακρίβεια το 1937, 1938 και 1939 όταν στο Αβδελλερό παρουσιάστηκε η θανατηφόρα, τότε, αρρώστια τύφος. Η κατάσταση ήταν τραγική σε βαθμό που η αποικιακή κυβέρνηση, υποχρεώθηκε να λειτουργήσει στο χωριό πρόχειρη νοσοκομειακή μονάδα. Γι’ αυτό το σκοπό χρησιμοποιήθηκε ένα σπίτι ιδιοκτησία του Γαβριήλ Δημήτρη Κελεπέσσιη. Παρά τις προσπάθειες που κατέβαλε το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, τέσσερις νέοι άνθρωποι, ηλικίας μεταξύ δεκαοκτώ και είκοσι χρόνων έχασαν τη ζωή τους από τον τύφο. Οι αποθανόντες ήταν: Δημήτρης Γαβριήλ Κελεπέσσιη, Ανδρέας Ζένιου Σκορδή, Κυριακού Θρασυβούλου (ήταν αρραβωνιασμένη με τον Σωτήρη Ζένιου Σκορδή από το Αβδελλερό) και Κωνσταντία Ελευθερίου Κοτσιαλή.
Η δολοφονία της Παναγιώτας Γεωργίου Σωτηρίου από Τουρκοκύπριο.
Στις 20 Νοεμβρίου το 1967, στην τοποθεσία «Έφκας» του Αβδελλερού, σημειώθηκε ένα αποτρόπαιο έγκλημα, με θύμα την Παναγιώτα Γ. Σωτηρίου, ηλικίας τότε, 49 χρόνων. Δολοφόνος της μακαριστής Παναγιώτας, σύμφωνα με πληροφορίες που δόθηκαν από αυτόπτες μάρτυρες, οι οποίοι βρίσκονται στη ζωή, ήταν ένας Τουρκοκύπριος από το χωριό Λουρουτζίνα. Καταγόταν από την Αγία Άννα, αλλά μετοίκησε στη Λουρουτζίνα και επαγγελλόταν το βοσκό.
Τα γεγονότα, όπως εξιστορήθηκαν από την κόρη της Παναγιώτας, Κυριακού Σωτηρίου, η οποία κατοικεί με την οικογένειά της στην Αραδίππου, συνέβησαν ως ακολούθως:
Ο Γεώργιος Σωτηρίου, η γυναίκα του Παναγιώτα και η κόρη τους Κυριακού, ξεκίνησαν από το σπίτι τους στο Αβδελλερό, με τις «μούλες» και το άλετρο, για να σπείρουν χωράφι τους που βρίσκεται στην περιοχή «Έφκας». Η νεαρή τότε Κυριακού, ασχολείτο με την σπορά του χωραφιού, ενώ οι γονείς της προσπαθούσαν με τη χρήση εργαλείων, να κόψουν μεγάλο αγριόβατο – παλλούρα, που ήταν στην άκρη του κτήματος και συνόρευε με απόκρημνη περιοχή. Κοντά στο κτήμα υπήρχε μονοπάτι που συνέδεε το Αβδελλερό με την Κόσσιη και το οποίο χρησιμοποίησε ο δολοφόνος, για να φτάσει μέχρι εκεί. Μάλιστα, σύμφωνα με την αφηγήτριά μας, πριν από το έγκλημα, ο Τούρκος πρέπει να κρυβόταν πίσω από τον κορμό ελαιόδεντρου που υπάρχει στο μέρος. Αυτό πρέπει να ανταποκρίνεται στην αλήθεια, αφού από ότι διαπιστώθηκε, το έγκλημα ήταν προσχεδιασμένο κι αυτό για να δημιουργηθεί περισσότερη ένταση ανάμεσα στις σχέσεις Ελλήνων και οθωμανών κατοίκων της Κύπρου.
Ενώ τα τρία μέλη της οικογένειας Σωτηρίου ασχολούνταν ανέμελα με τις γεωργικές τους εργασίες, ξαφνικά εμφανίστηκε απέναντι τους ένας άγνωστος άνδρας, οπλισμένος με κυνηγετικό όπλο. Ο Γεώργιος που τον εξέλαβε για κυνηγό, τον ρώτησε:
«Ίντα ρε κουμπάρε, μα τζυνηάς τζιαι σήμερα;»
Τότε ο άγνωστος οπλοφόρος έστρεψε το όπλο εναντίον του Σωτηρίου, λέγοντάς του:
«Ψηλά τα σσιέρκα κουμπάρος» και άρχισε να πυροβολεί εναντίον του και στη συνέχεια εναντίον όλων των εκεί παρευρισκόμενων. Από τα απειλητικά του λόγια, φάνηκε καθαρά πως ήταν Τουρκοκύπριος. Στο αντίκρισμα του ένοπλου Τούρκου, οι ανυπεράσπιστοι χωρικοί προσπάθησαν να απομακρυνθούν τρέχοντας προς την πλευρά του χωριού τους. Ο Γεώργιος Σωτηρίου τραυματίστηκε και προσπάθησε να διαφύγει μέσα από ένα «αρκάτζιν» που περνά από την περιοχή. Η Κυριακού κύλισε δεκάδες μέτρα από την πλαγιά του βουνού και ακολούθησε τον πατέρα της. Δυστυχώς, η μητέρα Παναγιώτα, στην προσπάθεια της διαφύγει, κτύπησε σοβαρά σε βράχο και έσπασε το πόδι της, με αποτέλεσμα να μην μπορέσει να προχωρήσει. Ο αδίστακτος δολοφόνος που κατάτρεχε τα θύματα, βρήκε την ευκαιρία και πυροβόλησε «εξ επαφής», θανάσιμα, την άτυχη αγρότισσα.
Όταν ο Σωτηρίου έφθασε στο χωριό, αφού ειδοποιήθηκε η κυπριακή αστυνομία, μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο Λάρνακας, από το δάσκαλο που υπηρετούσε στο Δημοτικό Σχολείο του χωριού. Με τη δολοφονία αυτή, ακόμα ένα αθώο θύμα του εξτρεμισμού, προστέθηκε στον κατάλογο των Ελληνοκυπρίων νεκρών. Ήταν το τρίτο στη σειρά στο χωριό Αβδελλερό, γνωστού ότι, το 1958, οι Τούρκοι δολοφόνησαν δυο μοναχούς στο μοναστήρι της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος, κοντά στην εκκλησία του Αγίου Μοδέστου. Η αδικοχαμένη Παναγιώτα ήταν μητέρα έξι παιδιών.