Περιγραφή
Στη βορειοδυτική άκρη της επαρχίας Λάρνακας, ανάμεσα στα χωριά Κόρνος, Ψευδάς και Μοσφιλωτή, κάπου στη μέση της διαδρομής Λευκωσίας – Λεμεσού, απλώνεται η πανέμορφη, καταπράσινη και γραφική κοινότητα των Πυργών. Η πλησιέστερη – μη κατεχόμενη πόλη – από τα Πυργά, είναι η Λάρνακα, η οποία βρίσκεται σε απόσταση 20 χιλιομέτρων. Ακολουθεί η Λευκωσία, που απέχει περίπου 27 χιλιόμετρα, η Λεμεσός γύρω στα 35 και πιο απομακρυσμένη είναι η Πάφος.
Το φυσικό περιβάλλον, μέσα στο οποίο είναι κτισμένο το χωριό, είναι παραγματικά ειδυλλιακό. Αποτελεί χάρμα οφθαλμών για τον κάθε επισκέπτη. Μέσα σε μια, μικρών σχετικά διαστάσεων κοιλάδα, κυριολεκτικά πνιγμένη στις ομορφιές του πράσινου και των αγριολούλουδων του κάμπου, περιτριγυρισμένη από τα πευκόφυτα και μοσχομυρισμένα βουνά Αππιδάτζιην, Σσινόβα, Βασιώτη, Ευκάλη, Σταυρίν, Βικλιά και Πιπή, αγκαλιασμένη από το θρησκευτικό καύχημα των Ελληνοκύπριων Ορθόδοξων χριστιανών, την ιερά Μονή Σταυροβουνίου, τα Πυργά αναπτύσσονται με αλματώδεις ρυθμούς – ιδιαίτερα τις τελευταίες δεκαετίες . Το ήπιο, δροσερό κλίμα, σε συνδυασμό με το ευχάριστο και ξεκούραστο οπτικό πεδίο, τραβούν σαν μαγνήτες πολλούς ξένους, οι οποίοι αγόρασαν κτήματα γύρω από το χωριό κι έκτισαν τις δικές τους κατοικίες, μόνιμες ή εξοχικές.
Γύρω από τον πυρήνα του παλιού χωριού – κυρίως στην ανατολική, βορειοανατολική και νοτιοανατολική του πλευρά – αναπτύχθηκε ένας νεόκτιστος οικισμός, μέσα στον οποίον ορθώθηκαν μεγαλοπρεπή οικοδομήματα, τα περισσότερα κτισμένα με δομικά υλικά που ταιριάζουν με το περιβάλλον. Σε μικρό χρονικό διάστημα, ο πληθυσμός της κοινότητας αυξήθηκε κατακόρυφα για να φτάσει στις μέρες μας κοντά στους 800 κατοίκους. Κατακόρυφη θεωρείται η αύξηση του πληθυσμού της κοινότητας, αφού μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του 1990 δεν ξεπερνούσε τις τέσσερις εκατοντάδες, συμπεριλαμβανομένων και των μοναχών της ιεράς Μονής Σταυροβουνίου, η οποία είναι κτισμένη στο έδαφος των Πυργών.
ΙΣΤΟΡΙΑ
Ανθρώπινη ζωή, στην περιοχή όπου βρίσκονται τα Πυργά, παρατηρήθηκε από τα προχριστιανικά χρόνια. Το συμπέρασμα αυτό επιβεβαιώνεται από πολλά αρχαιολογικά ευρήματα, τα οποία ανακαλύφθηκαν σε τοποθεσίες της κοινότητας. Πολύ πιθανόν, το σημερινό χωριό να δημιουργήθηκε από κατοίκους γειτονικών διαλυμένων οικισμών, οι οποίοι σύμφωνα με τεκμηριωμένες μαρτυρίες, ήταν αναπτυγμένοι γύρω από την κοινότητα Πυργών.
Η δημιουργία μιας νέας κοινότητας από ανθρώπους που γνώριζαν το γεωφυσικό περιβάλλον και τις συνθήκες διαβίωσης στην περιοχή, λογικά τοποθετείται κατά τη βυζαντινή περίοδο (4ος – 12ος αιώνας) και αυτό, αν γίνει αποδεκτή η άποψη, ότι ο παλιός ενοριακός ναός της Αγίας Μαρίνας αποτελεί κτίσμα του 12ου ή 13ου αιώνα. Η ύπαρξη ναού σε κάποιο μέρος, κατά την αναφερόμενη περίοδο, σίγουρα προϋπέθετε και την εκεί παρουσία κατοίκων, αφού η οικονομική κατάσταση της εποχής σε σπάνιες περιπτώσεις επέτρεπε το κτίσιμο ξωκκλησιών, ώστε να γίνει σκέψη, πως ο ναός της Αγίας Μαρίνας αποτέλεσε, έστω και για κάποια περίοδο, μέρος της συγκεκριμένης κατηγορίας εκκλησιαστικών κτισμάτων. Με κύριο άξονα λοιπόν το εκκλησάκι του χωριού, μπορεί να ειπωθεί πως οι ιστορικές ρίζες της κοινότητας Πυργών ακουμπούν στην Υστεροβυζαντινή περίοδο. Μετά βεβαιότητας, ο οικισμός υπήρχε κατά τα μεσαιωνικά χρόνια, αφού σημειώνεται πάνω σε ενετικούς χάρτες του 16ου αιώνα. Είναι σημειωμένος με την ονομασία «Pira» και έχει ως γειτονικά χωριά τις Αγγλισίδες, τον Τίμιο Σταυρό (ανύπαρκτος πια οικισμός) τη Μεννόγια, την Αλαμινό κ.α.
Το χωριό αναφέρεται και από το χρονικογράφο Λεόντιο Μαχαιρά, ο οποίος πήρε μέρος στην εκστρατεία του βασιλιά της Κύπρου Ιανού, το 1426, εναντίον των Μαμελούκων. Ο Ιανός αντιμετώπισε ανεπιτυχώς τους εχθρούς του κοντά στη Χοιροκοιτία. Για τα γεγονότα της μάχης, ο Μαχαιράς έγραψε:
«Και ο ρήγας να εμποδίση το έλα τους, να μεν έρτουν αξάφνου απάνω του, έπεψεν τον Τζακ δα Μπελονία να πάρη όλον το απεζικόν και να πάγη ομπρός. Και διότι με έβαλεν ο ρήγας εις το κρασίν, και ώρισεν με και επήγα με την συντροφίαν του εις τα κρασία, και επήγαμεν ως τα Πυρία, και εκοιμήθημαν εις τους κάμπους. Και ξημερώννοντα της παρασκευής εσηκώθημαν και επήγαμεν εις τη Χοιροκοιτίαν. Αληθινά εμπλάσαμεν την πέφτην του Σφόρτζα ο ποίος εκαυχίστην και επίασεν καμπόσους Σαρακηνούς δια να δώση καρδίαν του λαού. Τάπισα έμπλασεν ενού τζακρατόρου από τους άτυχους όπου ήσαν εις την Λεμεσόν, και εξηγήθην μας το πως τους επήραν….»
Εξήγηση (όπως υπάρχει στο βιβλίο του Άντρου Παυλίδη, Λεοντίου Μαχαιρά, Εξήγησις της γλυκείας χώρας Κύπρου η οποία λέγεται κρόνακα τουτέστιν Χρονικόν): Ο βασιλιάς για να εμποδίσει την προέλαση τους και να μην του επιτεθούν ξαφνικά, διέταξε τον Ιάκωβο ντε Μπελόνια να πάρει όλο το πεζικό και να προχωρήσει μπροστά. Εμένα ο βασιλιάς με διόρισε υπεύθυνο για το κρασί και με διέταξε να είμαι στη συνοδεία του σαν φροντιστής για τα κρασιά. Και πήγαμε μέχρι τα Πυργά και διανυκτερεύσαμε στους κάμπους. Όταν ξημέρωσε, ήταν Παρασκευή, ξεκινήσαμε και πήγαμε στη Χοιροκοιτία. Αληθινά την Πέμπτη είχαμε συναντήσει (στο δρόμο) τον Σφόρτζα, ο οποίος καυχήθηκε πως είχε συλλάβει πολλούς Σαρακηνούς, για να εμψυχώσει τον κόσμο. Αργότερα συναντήσαμε έναν τοξότη, από τους άτυχους που βρίσκονταν στη Λεμεσό και μας διηγήθηκε πού τους είχαν νικήσει.
Όπως φαίνεται από το κείμενο του Μαχαιρά, ο ίδιος συμμετείχε στην εκστρατεία ως προμηθευτής κρασιού κι όταν πήγαν στα Πυργά (Πυρία) κοιμήθηκαν στους κάμπους.
…………………………………………………………………………………………………………………………